αλογικός

αλογικός
-ή, -ό
αυτός που βρίσκεται έξω από τους κανόνες της λογικής χωρίς όμως να είναι παράλογος: Οι θρησκευτικές διδασκαλίες είναι αλογικές.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αλογικός — Φιλοσοφικός όρος που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Σοπενάουερ και τον Χάρτμαν, ο οποίος χαρακτηρίζει οτιδήποτε βρίσκεται έξω από τα πλαίσια των κανόνων και των αρχών της λογικής, στην οποία υπάγονται από τον ανθρώπινο λόγο όσα έχουν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”